Το ορτύκι είναι ο προάγγέλος της κυνηγετικής περιόδου.
Αυτό το μικρό σε μέγεθος θήραμα, με το στρωτό του πέταγμα, προσφέρει κατά τη διάρκεια της θήρας του μεγάλες συγκινήσεις σε μια πληθώρα κυνηγών που θα ασχοληθούν με το κυνήγι του από τις 20 του Αυγούστου μέχρι και τις 28 Φεβρουάριου
Απαντάται κυρίως σε πεδινές περιοχές με διάφορες γεωργικές καλλιέργειες όπως σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, ηλιόσπορος, ζαχαρότευτλα, βιομηχανική ντομάτα, μποστάνια, βαμβάκι κτλ, καθώς και σε λοφώδεις περιοχές με αραιή και χαμηλή θαμνώδη βλάστηση.
Το χρώμα του φτερώματος του με τις κιτρινωπές και τις καφέ του ραβδώσεις, δημιουργεί τέλεια παραλλαγή με το έδαφος και τη βλάστηση που χρησιμοποιεί για την κάλυψη του. Πόσοι από εμάς δεν κάναμε αποτυχημένες προσπάθειες να δούμε το λουφαγμένο ορτύκι μπροστά από τη μύτη του φερμαρισμένου σκύλου μας;
Είναι είδος μεταναστευτικό. Πολλά πράγματα για τις μεταναστευτικές του κινήσεις δεν είναι ακόμη γνωστά, αλλά σε γενικές γραμμές διαχειμάζει στην Αφρική και τη Δυτική Ασία και αναπαράγεται κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη.
Στη χώρα μας διαχειμάζει αλλά και αναπαράγεται σε ορισμένες περιοχές χωρίς όμως να έχουμε ακριβή επιστημονικά στοιχεία ακόμα, για το μέγεθος του πληθυσμού των ορτυκιών που συμπεριφέρονται ως ενδημικά.
Η φθινοπωρινή μετανάστευση δια μέσου της Μεσογείου γίνεται κυρίως τέλη Αυγούστου με Οκτώβριο, τα μεγαλύτερα περάσματα πραγματοποιούνται στα μέσα του Σεπτεμβρίου. Τα πουλιά που μεταναστεύουν φτάνουν στους χώρους που θα διαχειμάσουν από τα τέλη του Αυγούστου και μετά, με κορύφωση τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Τα ορτύκια κατά τη μετανάστευση κινούνται σε ευρύ μέτωπο. Όταν κατάκοπα ‘πέφτουν’ στις ακτές για να ξεκουραστούν γίνονται εύκολη λεία και πολλές φορές συλλέγονται μαζικά με δίχτυα ( κυρίως στην Αίγυπτο και τη Λιβύη).
Την Άνοιξη (αρχές Μαρτίου) τα πουλιά αφήνουν τους χώρους, που πέρασαν το χειμώνα και αφού διασχίσουν τη Μεσόγειο φθάνουν στις βορειότερες περιοχές αναπαραγωγής τους το Μάιο, με μικρές αποκλίσεις γύρω από αυτές τις ημερομηνίες. Σε αυτές τις αποδημίες τα αρσενικά άτομα προηγούνται των θηλυκών.
Επίσης σημειώνονται μετακινήσεις και κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε – γεγονός που προκύπτει και από παρατηρήσεις δακτυλιωμένων πουλιών - οι μετακινήσεις τους είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες. Ο αριθμός των ορτυκιών που φτάνουν στους χώρους αναπαραγωγής δεν ο ίδιος κάθε χρόνο. Το πιο πιθανό είναι, οι μετακινήσεις τους να σχετίζονται με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν κυρίως κατά την άνοιξη. Υπάρχουν περιπτώσεις που τα ορτύκια κατευθύνονται σε περιοχές με κλίμα περισσότερο υγρό και αποφεύγουν άλλες που τη συγκεκριμένη χρονιά η άνοιξη ήταν ιδιαίτερα ξηρές και θερμές.
Αυτό το μικρό σε μέγεθος θήραμα, με το στρωτό του πέταγμα, προσφέρει κατά τη διάρκεια της θήρας του μεγάλες συγκινήσεις σε μια πληθώρα κυνηγών που θα ασχοληθούν με το κυνήγι του από τις 20 του Αυγούστου μέχρι και τις 28 Φεβρουάριου
Απαντάται κυρίως σε πεδινές περιοχές με διάφορες γεωργικές καλλιέργειες όπως σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, ηλιόσπορος, ζαχαρότευτλα, βιομηχανική ντομάτα, μποστάνια, βαμβάκι κτλ, καθώς και σε λοφώδεις περιοχές με αραιή και χαμηλή θαμνώδη βλάστηση.
Το χρώμα του φτερώματος του με τις κιτρινωπές και τις καφέ του ραβδώσεις, δημιουργεί τέλεια παραλλαγή με το έδαφος και τη βλάστηση που χρησιμοποιεί για την κάλυψη του. Πόσοι από εμάς δεν κάναμε αποτυχημένες προσπάθειες να δούμε το λουφαγμένο ορτύκι μπροστά από τη μύτη του φερμαρισμένου σκύλου μας;
Είναι είδος μεταναστευτικό. Πολλά πράγματα για τις μεταναστευτικές του κινήσεις δεν είναι ακόμη γνωστά, αλλά σε γενικές γραμμές διαχειμάζει στην Αφρική και τη Δυτική Ασία και αναπαράγεται κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη.
Στη χώρα μας διαχειμάζει αλλά και αναπαράγεται σε ορισμένες περιοχές χωρίς όμως να έχουμε ακριβή επιστημονικά στοιχεία ακόμα, για το μέγεθος του πληθυσμού των ορτυκιών που συμπεριφέρονται ως ενδημικά.
Η φθινοπωρινή μετανάστευση δια μέσου της Μεσογείου γίνεται κυρίως τέλη Αυγούστου με Οκτώβριο, τα μεγαλύτερα περάσματα πραγματοποιούνται στα μέσα του Σεπτεμβρίου. Τα πουλιά που μεταναστεύουν φτάνουν στους χώρους που θα διαχειμάσουν από τα τέλη του Αυγούστου και μετά, με κορύφωση τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Τα ορτύκια κατά τη μετανάστευση κινούνται σε ευρύ μέτωπο. Όταν κατάκοπα ‘πέφτουν’ στις ακτές για να ξεκουραστούν γίνονται εύκολη λεία και πολλές φορές συλλέγονται μαζικά με δίχτυα ( κυρίως στην Αίγυπτο και τη Λιβύη).
Την Άνοιξη (αρχές Μαρτίου) τα πουλιά αφήνουν τους χώρους, που πέρασαν το χειμώνα και αφού διασχίσουν τη Μεσόγειο φθάνουν στις βορειότερες περιοχές αναπαραγωγής τους το Μάιο, με μικρές αποκλίσεις γύρω από αυτές τις ημερομηνίες. Σε αυτές τις αποδημίες τα αρσενικά άτομα προηγούνται των θηλυκών.
Επίσης σημειώνονται μετακινήσεις και κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου. Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε – γεγονός που προκύπτει και από παρατηρήσεις δακτυλιωμένων πουλιών - οι μετακινήσεις τους είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες. Ο αριθμός των ορτυκιών που φτάνουν στους χώρους αναπαραγωγής δεν ο ίδιος κάθε χρόνο. Το πιο πιθανό είναι, οι μετακινήσεις τους να σχετίζονται με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν κυρίως κατά την άνοιξη. Υπάρχουν περιπτώσεις που τα ορτύκια κατευθύνονται σε περιοχές με κλίμα περισσότερο υγρό και αποφεύγουν άλλες που τη συγκεκριμένη χρονιά η άνοιξη ήταν ιδιαίτερα ξηρές και θερμές.
Αναπαραγωγή - συνήθειες
Η αναπαραγωγική περίοδος αρχίζει με τη άφιξη τους στην Ευρώπη οπότε και σχηματίζονται τα ζευγάρια. Είναι είδος το οποίο συμπεριφέρεται σαν μονογαμικό, αλλά και σαν πολυγαμικό, πράγμα το οποίο πρέπει να καθορίζεται μάλλον από την αναλογία των δύο φύλων σε κάθε περιοχή όπου αναπαράγεται.
Αναπαράγεται σε μια μεγάλη γκάμα βιοτόπων, από χαμηλά μέχρι 2000 μέτρα υψόμετρο. Σε αρκετούς από εμάς έχει τύχει στα πρώτα κυνήγια της πέρδικας να σηκώσουμε οικογένειες ορτυκιών.
Σε γενικές γραμμές όμως προτιμάει να αναπαράγεται σε γεωργικές καλλιέργειες. Τη φωλιά την κατασκευάζει το θηλυκό. Γεννάει 7-12 αυγά, τα οποία επωάζονται από το θηλυκό για 17 περίπου ημέρες και εκκολάπτονται όλα ταυτόχρονα.
Οι νεοσσοί έχουν τη δυνατότητα να βαδίζουν αμέσως (όπως άλλωστε και όλα τα ορνιθόμορφα πχ πέρδικα, φασιανός κτλ). Τα μικρά έχουν τη δυνατότητα να πετάξουν 10-11 ημέρες από τη γέννηση τους, παρόλο που το φτέρωμα τους ολοκληρώνεται σε 19 ημέρες από την ημέρα της εκκόλαψης τους.
Τα νεαρά μπορούν να διακριθούν από τα ενήλικα όταν αποκτήσουν το κανονικό τους φτέρωμα από το χρώμα του ταρσού τους που είναι κίτρινο, σε αντίθεση με τα ενήλικα όπου το χρώμα του ταρσού είναι ροζ. Επίσης αν κρατήσουμε ένα νεαρό ορτύκι από την κάτω σιαγόνα του ράμφους του αυτή θα λυγίσει, ενώ στα ενήλικα είναι ισχυροποιημένη και δεν κάμπτεται.
Το κυνήγι του ορτυκιού κυρίως στον κάμπο δεν είναι αρκετά κουραστικό και αποτελεί προπόνηση για τον κυνηγό και για τον σκύλο για την μετέπειτα κυνηγετική περίοδο. Είναι όμως πολύ ευχάριστο και χαρίζει όμορφες κυνηγετικές στιγμές. Θέλει αργό και μεθοδικό ψάξιμο, αφού λόγω της συμπεριφοράς του είναι αρκετά δύσκολο να μπλοκαριστεί και να σηκωθεί.
Τα περασματικά ορτύκια είναι πιο εύκολο να κυνηγηθούν αφού κατάκοπα όπως είναι από το ταξίδι δεν ποδαρώνουν, αλλά παραμένουν λουφαγμένα, οπότε είναι πιο εύκολο για το σκύλο να τα μπλοκάρει.
Για να απολαύσουμε το κυνήγι του, μας χρειάζεται καλός και μεθοδικός σκύλος, βραχύκαννο όπλο, ψιλά σκάγια και όρεξη για κυνήγι.
Αναπαράγεται σε μια μεγάλη γκάμα βιοτόπων, από χαμηλά μέχρι 2000 μέτρα υψόμετρο. Σε αρκετούς από εμάς έχει τύχει στα πρώτα κυνήγια της πέρδικας να σηκώσουμε οικογένειες ορτυκιών.
Σε γενικές γραμμές όμως προτιμάει να αναπαράγεται σε γεωργικές καλλιέργειες. Τη φωλιά την κατασκευάζει το θηλυκό. Γεννάει 7-12 αυγά, τα οποία επωάζονται από το θηλυκό για 17 περίπου ημέρες και εκκολάπτονται όλα ταυτόχρονα.
Οι νεοσσοί έχουν τη δυνατότητα να βαδίζουν αμέσως (όπως άλλωστε και όλα τα ορνιθόμορφα πχ πέρδικα, φασιανός κτλ). Τα μικρά έχουν τη δυνατότητα να πετάξουν 10-11 ημέρες από τη γέννηση τους, παρόλο που το φτέρωμα τους ολοκληρώνεται σε 19 ημέρες από την ημέρα της εκκόλαψης τους.
Τα νεαρά μπορούν να διακριθούν από τα ενήλικα όταν αποκτήσουν το κανονικό τους φτέρωμα από το χρώμα του ταρσού τους που είναι κίτρινο, σε αντίθεση με τα ενήλικα όπου το χρώμα του ταρσού είναι ροζ. Επίσης αν κρατήσουμε ένα νεαρό ορτύκι από την κάτω σιαγόνα του ράμφους του αυτή θα λυγίσει, ενώ στα ενήλικα είναι ισχυροποιημένη και δεν κάμπτεται.
Το κυνήγι του ορτυκιού κυρίως στον κάμπο δεν είναι αρκετά κουραστικό και αποτελεί προπόνηση για τον κυνηγό και για τον σκύλο για την μετέπειτα κυνηγετική περίοδο. Είναι όμως πολύ ευχάριστο και χαρίζει όμορφες κυνηγετικές στιγμές. Θέλει αργό και μεθοδικό ψάξιμο, αφού λόγω της συμπεριφοράς του είναι αρκετά δύσκολο να μπλοκαριστεί και να σηκωθεί.
Τα περασματικά ορτύκια είναι πιο εύκολο να κυνηγηθούν αφού κατάκοπα όπως είναι από το ταξίδι δεν ποδαρώνουν, αλλά παραμένουν λουφαγμένα, οπότε είναι πιο εύκολο για το σκύλο να τα μπλοκάρει.
Για να απολαύσουμε το κυνήγι του, μας χρειάζεται καλός και μεθοδικός σκύλος, βραχύκαννο όπλο, ψιλά σκάγια και όρεξη για κυνήγι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου